θεόδοτος

θεόδοτος
I
Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Αρχιτέκτονας και γλύπτης (4ος αι. π.Χ.). Πήρε μέρος στις εργασίες για την κατασκευή του ναού του Ασκληπιού στην Επίδαυρο.
2. Μακεδόνας ναύαρχος του Αντίγονου (; – 315 π.Χ.). Το 315 ναυμάχησε με τον ναύαρχο του Πτολεμαίου, Πολύκλειτο, στην Αφροδισιάδα, όπου νικήθηκε και τραυματίστηκε θανάσιμα.
3. Στρατηγός του βασιλιά της Αιγύπτου, Πτολεμαίου Φιλοπάτορα (3ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Αιτωλία. Επέδειξε σημαντική δραστηριότητα εναντίον του Αντίοχου στη Συρία το 221 π.Χ., αλλά παρά τις επιτυχίες του έπεσε στη δυσμένεια του Πτολεμαίου. Αργότερα έφυγε από την Αίγυπτο και, αφού κατέλαβε την Πτολεμαΐδα και την Τύρο, τις παρέδωσε μαζί με τον στρατό του και 40 πλοία στον Αντίοχο. Το 217, πριν από τη μάχη της Ράφιας, αποπειράθηκε να σκοτώσει τον Πτολεμαίο, αλλά από λάθος σκότωσε τον γιατρό του. Αργότερα (214 μ.Χ.) βοήθησε αποφασιστικά τον Κρήτα στρατηγό Λαγόρα να καταλάβει τις Σάρδεις.
4. Θ. ο Ημιόλιος (3ος αι. π.Χ.). Στρατηγός του Αντίοχου. Πολέμησε εναντίον του Μώλου και του στρατηγού του Πτολεμαίου, Νικόλαου. Το 217 π.Χ., στη μάχη της Ράφιας (ήταν αρχηγός της Φάλαγγας) νικήθηκε και εστάλη από τον Αντίοχο στην Αλεξάνδρεια να διαπραγματευτεί την ειρήνη.
5. Ζωγράφος (β’ μισό 3ου αι. π.Χ.). Έζησε στη Ρώμη, όπου απέκτησε μεγάλη φήμη.
6. Σάμιος σοφιστής (1ος αι. π.Χ.). Άσκησε το επάγγελμά του στην Αλεξάνδρεια την εποχή των τελευταίων Πτολεμαίων. Υπήρξε δάσκαλος του Πτολεμαίου ΙΒ’, στον οποίο συνέστησε τη δολοφονία του Πομπήιου, που είχε καταφύγει στην Αίγυπτο μετά τα Φάρσαλα, προκειμένου να αποκτήσει την εύνοια του νικητή, Ιουλίου Καίσαρα. Έφερε ο ίδιος στον Καίσαρα το κεφάλι του Πομπήιου, αλλά έπειτα αναγκάστηκε να φύγει από την Αίγυπτο. Περιπλανήθηκε σε πολλές χώρες, ώσπου έφτασε στη Μικρά Ασία· εκεί έπεσε στα χέρια του Βρούτου, που τον θανάτωσε.
7. Σοφιστής (2ος αι. μ.Χ.). Ήταν πατέρας του Ιούλιου Απολλόδωτου και μαθητής του Λολλιανού και του Ηρώδη του Αττικού. Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος τον κάλεσε να διδάξει στην Αθήνα, όπου έμεινε δύο χρόνια. Πέθανε σε ηλικία 50 ετών.
II
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Έμπορος σιτηρών και αρτοποιός, από την Άγκυρα. Διακρίθηκε για τη φιλανθρωπία του. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Ιουνίου.
2. Πέθανε με μαρτυρικό τρόπο επί Τραϊανού (98-117), αφού κρεμάστηκε μαζί με τους Aσκληπιάδη, Γολινδούχ, Διομήδη, Ευλάμπιο και τη Θεοδότη. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουλίου.
3. Μαρτύρησε με ξίφος. Είναι άγνωστος ο τόπος και ο χρόνος μαρτυρίου του. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Ιουλίου.
4. Μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιανουαρίου.
5. Επίσκοπος Κυρηνείας (τέλη 3ου – αρχές 4ου αι.). Φυλακίστηκε επί Λικινίου (307-323) και βασανίστηκε, αλλά απελευθερώθηκε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η μνήμη του τιμάται στις 19 Ιανουαρίου και στις 2 Μαρτίου, ημέρα του θανάτου του.
6. Ηγούμενος της μονής Πουπλίου. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Ιανουαρίου.
7. Πατέρας του μάρτυρα Μάμαντα (3ος αι.). Μαρτύρησε (272) στην Καισαρεία της Καππαδοκίας επί Αυρηλιανού. Η μνήμη του τιμάται στις 2 Σεπτεμβρίου.
III
Όνομα πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως.
1. Θ. Α’ ο Μελισσηνός (9ος αι.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (815-821). Είναι γνωστός και ως Κασσιτεράς. Ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο αδιαφορώντας για τις αντιδράσεις του βυζαντινού κλήρου, που με πρώτο τον Θεόδωρο Στουδίτη δεν τον αναγνώριζαν ως νόμιμο πατριάρχη. Την ίδια χρονιά συγκάλεσε σύνοδο και αφόρισε τους προκατόχους του πατριάρχες και μερικούς επισκόπους εικονολάτρες.
2. Θ. Β’ (12ος αι.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1151-53). Προηγουμένως είχε διατελέσει ηγούμενος της μονής της Ανάστασης στην Κωνσταντινούπολη.
* * *
θεόδοτος, -ον (Α)
1. δοσμένος από θεό («θεόδοτοι εύχαί», Βακχυλ.)
2. το ουδ. ως ουσ. τό θεόδοτον
αντιβηχικό φάρμακο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεο-* + -δοτος (< δίδωμι), πρβλ. α-μετά-δοτος. αν-έκ-δοτος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Θεόδοτος — remedy for coughs masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεόδοτος — remedy for coughs masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεόδοτος, Ιωάννης — (18ος αι.). Λόγιος και γλύπτης από τα Τύανα της Καππαδοκίας. Προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στον ελληνισμό της Μικράς Ασίας, ιδρύοντας με δικά του χρήματα ελληνική σχολή και ναό του Αγίου Στεφάνου στα Τύανα. Έργο του Θ. είναι η διακόσμηση του… …   Dictionary of Greek

  • θεόδοτον — θεόδοτος remedy for coughs masc/fem acc sg θεόδοτος remedy for coughs neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεοδότου — Θεόδοτος remedy for coughs masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοδότου — θεόδοτος remedy for coughs masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεοδότους — Θεόδοτος remedy for coughs masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοδότους — θεόδοτος remedy for coughs masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεοδότων — Θεόδοτος remedy for coughs masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοδότων — θεόδοτος remedy for coughs masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”